
Plot
Μία από τις διασημότερες ταινίες στην ιστορία του σινεμά. Μία σοκαριστική αποκάλυψη για τη δημιουργία της. Και στο κέντρο όλων, μία νέα γυναίκα που τραυματίστηκε για πάντα.
Η Μαρία είναι μια νεαρή, φιλόδοξη ηθοποιός. Όταν ένας ανερχόμενος Ιταλός σκηνοθέτης την επιλέγει για να πρωταγωνιστήσει σε μια νέα ταινία δίπλα σε έναν Αμερικανό σούπερ σταρ, νιώθει ότι επιτέλους τα όνειρά της γίνονται πραγματικότητα. Όμως, αυτό που μοιάζει με όνειρο αποδεικνύεται ότι είναι η αρχή ενός εφιάλτη.
Αυτή η ταινία είναι «Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι». Η ηθοποιός είναι η Μαρία Σνάιντερ.
Υπάρχει όριο στο πού μπορεί να φτάσει η τέχνη στην υποτιθέμενη αναζήτηση της αλήθειας; Θα δεχόμασταν άραγε σήμερα τον τρόπο με τον οποίο έγιναν ταινίες που λατρεύουμε; Θα θαυμάζαμε το ίδιο καλλιτέχνες, αν μαθαίναμε ότι κακομεταχειρίστηκαν συνανθρώπους τους; Η ιστορία της ηθοποιού Μαρία Σνάιντερ έχει αποκτήσει συμβολικό χαρακτήρα για τα ερωτήματα αυτά, πιο καίρια από ποτέ μετά την έκρηξη του #metoo κινήματος και άλλων σχετικών αποκαλύψεων.
Γεννημένη το 1952 στο Παρίσι και νιώθοντας από μικρή την απουσία του πατέρα της, ο οποίος δεν θα την αναγνώριζε ως τη δεκαετία του ‘70, η Σνάιντερ έφυγε νωρίς από την οικογενειακή εστία κυνηγώντας το όνειρο του σινεμά. Κι αυτό το όνειρο δεν θα αργούσε να γίνει πραγματικότητα: η Μαρία θα βίωνε μια ιλιγγιώδη άνοδο στην στρατόσφαιρα της κινηματογραφικής βιομηχανίας στα μόλις 19 της χρόνια, κερδίζοντας τον συμπρωταγωνιστικό ρόλο στo ερωτικό δράμα του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, δίπλα στον θρυλικό Μάρλον Μπράντο. Η απειρία και ευαλωτότητα της Μαρία, και η σοκαριστική απόφαση σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή να τις εκμεταλλευτούν, οδήγησε σε μια από τις πιο διαβόητες καταγγελίες στην ιστορία του σινεμά: ότι ο Μπερτολούτσι και ο Μπράντο τής αποκάλυψαν την ιδέα για την περίφημη σκηνή της κακοποίησης λίγο πριν το γύρισμα, έτσι ώστε η σκηνή να αποσπάσει από εκείνη μια αληθινή «αντίδραση δυσφορίας και οργής».
Πολλά χρόνια αργότερα, η Σνάιντερ θα τολμήσει να μιλήσει για το πώς αυτή η «τραυματική, εξευτελιστική» εμπειρία σημάδεψε την ίδια, αλλά και την καριέρα της, για πάντα, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις εκατέρωθεν, αλλά και προσθέτοντας μια πολύτιμη μαρτυρία στην ολοένα εξελισσόμενη έννοια της συναίνεσης, τα όρια ανάμεσα στην τέχνη και την πραγματικότητα, και το έμφυλο και ηλικιακό προνόμιο μεταξύ άλλων.
Βασισμένη στο βιβλίο της Βανέσα Σνάιντερ, το οποίο κυκλοφόρησε το 2018, η ταινία της Τζεσικά Παλίντ έρχεται να δώσει πίσω τη φωνή στην ίδια τη Σνάιντερ, με την αφήγηση της ζωής της πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το γύρισμα που της άλλαξε τη ζωή με όλους τους δυνατούς τρόπους.
Πρωταγωνίστριά της η πολλά υποσχόμενη Αναμαρία Βαρτολομέι (Σεζάρ Καλύτερης Πρωτοεμφανιζόμενης Ηθοποιού για την εξαιρετική ερμηνεία της στην βραβευμένη με Χρυσό Λιοντάρι του Φεστιβάλ Βενετίας ταινία «Το Γεγονός»), η οποία ενσαρκώνει με ευαισθησία και τόλμη τη βαθιά ευαίσθητη Μαρία από τα αφελή χρόνια της αθωότητας ως τα αυτοκαταστροφικά χρόνια που ακολούθησαν τη μοιραία της εμπειρία, ενώ αξιοσημείωτη παρουσία είναι και εκείνη του Ματ Ντίλον, ο οποίος εντυπωσιάζει με την ερμηνεία του ως Μάρλον Μπράντο.
H σκηνοθέτης Τζεσικά Παλίντ μιλά για την ταινία
Το «Being Maria» εμπνέεται από το βιβλίο της Βανέσα Σνάιντερ, «Tu t'appelais Maria Schneider», όμως στην ταινία σας αλλάζετε την οπτική γωνία: βλέπουμε την ιστορία μέσα από τα μάτια της Μαρία Σνάιντερ.
Στο βιβλίο της, η Βανέσα Σνάιντερ προσέγγισε την ξαδέλφη της, Μαρία, μέσα από το πρίσμα οικειότητας, μέσα από τα μάτια ενός «μάρτυρα» που έρχεται μέσα από την οικογένεια. Για την ταινία ήθελα να το αλλάξω αυτό, ήθελα να επικεντρωθώ στη Μαρία. Να είμαι τα μάτια της, να μην την εγκαταλείψω ποτέ, να περπατήσω μαζί της - συνεπώς, η Μαρία είναι σε κάθε σεκάνς. Υπήρχε κάτι πάνω της που με άγγιξε βαθιά: η ελευθερία της, οι επιλογές της και οι συνέπειές τους. Η Μαρία ήταν από τις πρώτες ηθοποιούς που μίλησαν: κατήγγειλε την κακοποίηση και κανείς δεν την άκουσε. Μίλησε πολύ νωρίς, τόσο στο ντοκιμαντέρ της Ντελφίν Σερίγκ, «Sois belle et tais-toi» όσο και στις συνεντεύξεις της (είχε πει «Οι ταινίες γράφονται από άνδρες για άνδρες...»). Αυτά τα λόγια προέρχονται από μια εποχή, όπου ήταν αδύνατο να αμφισβητήσει κανείς τον λόγο ορισμένων σκηνοθετών, του παντοδύναμου καλλιτέχνη. Δεν γινόταν καμία αναφορά στη θέση της γυναίκας στον κινηματογράφο ή στην κακοποίηση που περνούσε απαρατήρητη στο όνομα της τέχνης. Μπορεί η τέχνη να αναδυθεί μέσα από την ταπείνωση, τον πόνο και την περιφρόνηση; Αυτό που θέτει η ταινία είναι ερωτήματα για τα όρια της τέχνης, την έλλειψη ακεραιότητας, την κακοποίηση μιας νεαρής ηθοποιού και την προδοσία που νιώθει. Και αυτά τα ερωτήματα τίθενται μέσα από τα μάτια της Μαρίας.
Γνωρίζετε το κινηματογραφικό σκηνικό εκ των έσω, έχοντας περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα ως βοηθός σκηνοθέτη πριν γίνετε σκηνοθέτης…
Στην ίδια ηλικία με τη Μαρία Σνάιντερ όταν γύρισε το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι», δηλαδή στα 19 μου, γνώρισα τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι από τη θέση μου ως μαθητευόμενης στους «Ονειροπόλους». Ως μεγάλη θαυμάστρια του έργου του, αναρωτιόμουν συχνά πώς σκηνοθέτησε τη Μαρία στο «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι».
Η ιστορία της Μαρία Σνάιντερ με άγγιξε, ίσως επειδή απηχούσε την εμπειρία μου από τα κινηματογραφικά πλατό όταν εργαζόμουν ως βοηθός. Μέχρι πριν από περίπου δέκα χρόνια, δεν υπήρχαν πολλές γυναίκες σε ένα πλατό. Ήμουν συχνά η νεότερη και πάντα περιτριγυρισμένη από άνδρες. Ήμουν μάρτυρας διάφορων περίεργων σκηνών, με ηθοποιούς να ταπεινώνονται σε κάποιες από αυτές, και βρέθηκα σε καταστάσεις που σήμερα θα χαρακτήριζα αφύσικες, αλλά τότε δεν μπόρεσα να εκφραστώ.
Έτσι, η ιστορία της Μαρία Σνάιντερ με συγκίνησε πραγματικά. Δεν προσπαθώ να κατηγορήσω ή να κρίνω κανέναν, αλλά να έρθω αντιμέτωπη με αυτήν τη βαριά κληρονομιά, να προσφέρω ένα πορτρέτο αυτής της κοινωνίας μέσα από μια νέα οπτική γωνία, αυτή της Μαρία.
Παρόλο που είναι έργο μυθοπλασίας, είναι σαφές ότι το σενάριο γράφτηκε με βάση προσωπικές συναντήσεις και έρευνα…
Μίλησα με πολλούς ανθρώπους που ήταν μέρος της ζωής της Μαρία Σνάιντερ. Ένιωσα ότι ήταν απαραίτητο να εκτεθώ σε όσο δυνατόν περισσότερες απόψεις προκειμένου να ανακαλύψω την αλήθεια της.
Η μαρτυρία ενός ατόμου συγκεκριμένα ήταν ανεκτίμητη. Μου έδωσε μια πολύ κοντινή εικόνα της Μαρία, αφού έζησε τα γυρίσματα του «Τελευταίου Τανγκό» και ήταν φίλος της για 17 χρόνια. Διάβασα και είδα επίσης έναν τεράστιο αριθμό συνεντεύξεων της Μαρίας στα γαλλικά και ξένα μέσα ενημέρωσης. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι κάθε φορά έλεγε πράγματα που κανείς άλλος δεν φαινόταν να ακούει. Το 2024, τα λόγια της φαίνονται πολύ σύγχρονα, παρόλο που χρονολογούνται από τη δεκαετία του '70!
Πώς κατασκευάσατε την περίφημη σεκάνς όπου όλα αλλάζουν για εκείνη;
Είχα πρόσβαση στο πρωτότυπο σενάριο του «Τελευταίου Τανγκό στο Παρίσι», την εκδοχή που χρησιμοποιήθηκε στα γυρίσματα. Η σκηνή δεν υπήρχε στο σενάριο. Στο σενάριο, η σκηνή τελείωνε με μια βίαιη χειρονομία. Όμως την ημέρα των γυρισμάτων, η υπεύθυνη σεναρίου έκανε σημειώσεις στα περιθώρια των σελίδων για να καταγράψει όλα όσα είχαν προστεθεί. Πριν από τα γυρίσματα, ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι είπε στη Μαρία μόνο ότι θα προχωρούσε πέρα από ό,τι ήταν στη σελίδα. Είχε συνηθίσει να προσθέτει σκηνές και να ενθαρρύνει τον αυτοσχεδιασμό, σε αναζήτηση του «τυχαίου» που τρέφει τη δημιουργία. Όμως εδώ, με τον αυτοσχεδιασμό με το βούτυρο, ξεπερνιούνται τα όρια. Όταν ο Μάρλον Μπράντο κατεβάζει το παντελόνι της Μαρία και μαζεύει βούτυρο στα δάχτυλά του, η νεαρή γυναίκα αιφνιδιάζεται και πέφτει στο έδαφος. Ο ίδιος ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, μιλώντας αργότερα, το αναγνώρισε ξεκάθαρα αυτό: είπε ότι ήθελε τα πραγματικά δάκρυα της Μαρίας, την πραγματική ταπείνωσή της.
Αποφάσισα να επικεντρωθώ στα μάτια και τα συναισθήματα της Μαρίας, όχι στην κίνηση του Μπερτολούτσι και του Μπράντο - δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Ήθελα να μείνω με τη Μαρία και μόνο με αυτήν, ώστε να νιώσουμε την εμπειρία της ως ηθοποιού που υποδουλώνεται από τα δύο ανδρικά βλέμματα. Έπρεπε να νιώσουμε την αλλαγή στη δυναμική της σκηνή, από την υποκριτική στην αληθινή κακοποίηση χωρίς να πει κανείς λέξη.
Για αυτή τη σεκάνς στην ταινία μας, μία intimacy coordinator ήταν παρούσα στο σετ, όπως επίσης κι ένας κασκαντέρ, αφού σε αυτή τη σεκάνς έχουμε έναν άνδρα 90 κιλών που πιέζει βίαια μια 19χρονη γυναίκα στο πάτωμα.
Και τελειώνετε αυτή τη σεκάνς με μια πανοραμική λήψη, κατά την οποία ο θεατής βλέπει το κινηματογραφικό συνεργείο πίσω από την κάμερα, να στέκει σιωπηλό…
Βλέπουμε και νιώθουμε τι συμβαίνει: μια σωματική επίθεση μπροστά στα μάτια όλων, που παρακολουθούν ανήσυχοι, χωρίς όμως να παρεμβαίνουν. Σήμερα, το 2024, αυτό μοιάζει αδύνατο - όμως έτσι ήταν τότε. Τι μπορείς να πεις στον μεγαλύτερο ηθοποιό του κόσμου, σε έναν καταξιωμένο σκηνοθέτη; Η Μαρία Σνάιντερ ήταν 19 ετών, ανήλικη τότε (η ηλικία ενηλικίωσης ήταν 21 μέχρι το 1974), και δεν υπήρχε κανείς να την προστατεύσει.
Χρειαζόσουν μια εξαιρετική ηθοποιό για τον ρόλο της Μαρία. Η ερμηνεία της Αναμαρία Βαρτολομέι είναι εντυπωσιακή πέρα από την ομοιότητά της με τη Σνάιντερ - η ερμηνεία της είναι πραγματικά καθηλωτική. Ήταν μια προφανής επιλογή όταν γράφατε το σενάριο;
Το κύριο ζήτημα σε αυτή την ταινία -ένα τόσο «κοντινό» πορτρέτο- ήταν η επιλογή της ηθοποιού. Η Μαρία είναι ένας πολύπλοκος χαρακτήρας, μοιάζει σαν να είναι πολλοί ρόλοι σε έναν: η νεαρή κοπέλα, η ηθοποιός, η τοξικομανής, η πληγωμένη γυναίκα... Αναζήτησα την ηθοποιό μου, αφού είχα ολοκληρώσει το σενάριο. Η Αναμαρία έχει πολύ δυνατή κινηματογραφική παρουσία και αυτοπεποίθηση: δεν φοβάται να δοκιμάζει πράγματα. Και έπειτα, για να υποδυθείς τη Μαρία Σνάιντερ, πρέπει να «ξεπηδάς» μέσα από την οθόνη. Αφού την επέλεξα, ανακάλυψα ότι είναι ρουμανικής καταγωγής, όπως και η Μαρία μέσω της μητέρας της. Δουλέψαμε πολύ μαζί, κάναμε πρόβες και δημιουργήσαμε από κοινού τη Μαρία μας καθώς περνούσαν οι μήνες.
Ήθελα να ξέρει την ιστορία απ' έξω, ώστε να μπορέσει να απελευθερωθεί απ' αυτήν στο πλατό. Ήξερα ότι για να ακούσουμε τελικά τη φωνή της Μαρίας, θα έπρεπε να δοθεί ολοκληρωτικά στον χαρακτήρα. Δεν έψαχνα για μια τέλεια ομοιότητα, ήθελα απλώς να την θυμίζει - και σίγουρα να έχει τα σωστά χτενίσματα για κάθε περίοδο της ζωής της. Αρχικά, η Μαρία είχε ίσια μαλλιά, αλλά ο Μπερτολούτσι ήταν αυτός που της τα έκανε σγουρά, και στη συνέχεια κράτησε αυτά τα σγουρά μαλλιά σε όλη της τη ζωή. Επιπλέον, τα λίγα ρούχα που αναφέρονται στις φωτογραφίες της Μαρίας την έδειχναν να είναι μια μοντέρνα γυναίκα, κάτι που τιμήσαμε.
Μιλήστε μας για την επιλογή του Ματ Ντίλον ως Μάρλον Μπράντο.
Υπήρχαν δύο λύσεις: είτε να βρεθεί ένας ηθοποιός που να μοιάζει με τον Μάρλον Μπράντο, είτε κάποιος που θα μπορούσε να θυμίσει αυτό που αντιπροσώπευε: τη γοητεία, τον μύθο του Χόλιγουντ. Ο Ματ Ντίλον είναι ο Ράστι Τζέιμς [από τον «Αταίριαστο»], ο ηθοποιός του οποίου την αφίσα είχαμε όλοι μας στο εφηβικό μας δωμάτιο. Μου εκμυστηρεύτηκε ότι έχει απαγγείλει αρκετές φορές τον μονόλογο από το «Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» όταν ήταν νέος. Όπως και η Μαρία, έγινε ηθοποιός σε πολύ νεαρή ηλικία και δεν ήταν προετοιμασμένος για αυτή την ξαφνική «βύθιση» στη δουλειά. Ό,τι συνέβη στη Μαρία θα μπορούσε να συμβεί και σ' αυτόν.
Υπήρχε κάτι όμορφο στη σχέση μεταξύ της Μαρίας και του Μπράντο, μια ειλικρίνεια στην καλοσύνη του Μάρλον. Σε μια σκηνή, μιλούν ως ίσοι και της εκμυστηρεύεται πόσο ενοχλημένος νιώθει για αυτό το πολύ ιδιαίτερο γύρισμα. Παρ' όλα αυτά, κάποια στιγμή τα πράγματα ξεφεύγουν. Νομίζω ότι μετά το γύρισμα της σκηνής, ο Ματ Ντίλον είπε στον εαυτό του για τον Μάρλον Μπράντο, το είδωλό του: πώς μπόρεσες να το κάνεις αυτό;
Πώς βλέπετε τον απόηχο μεταξύ της ιστορίας της Μαρία Σνάιντερ και της ιστορίας των σύγχρονων ηθοποιών που καταγγέλλουν τη βία που υφίστανται στα γυρίσματα και στον κόσμο του κινηματογράφου;
Γράφοντας και σκηνοθετώντας αυτή την ταινία, ήθελα να μιλήσω με έναν τρόπο οικουμενικό για το αργό δηλητήριο που είναι το τραύμα. Δε μπορούσα να φανταστώ αυτό που συμβαίνει σήμερα, την έκταση που έχει πάρει η συζήτηση και οι μαρτυρίες. Η ιστορία της Μαρίας μάς δείχνει ότι πρέπει να προστατεύσουμε τους νέους που μπαίνουν απροετοίμαστοι σε αυτόν τον κόσμο. Ότι η προδοσία και η χειραγώγηση δεν είναι εργαλεία απαραίτητα στη διαδικασία δημιουργίας ταινιών. Όλοι -και εγώ μέσα σε αυτούς- αναζητούμε τη μαγεία στα γυρίσματα, το «ατύχημα», το συναίσθημα που μπορεί να προκύψει από το απρόβλεπτο. Αλλά είμαι σίγουρη ότι μπορείς να το πετύχεις αυτό και χωρίς να ταπεινώσεις ή να μειώσεις κανέναν. Νομίζω μάλιστα ότι αυτή η μορφή σκηνοθεσίας είναι ακόμα πιο συναρπαστική: να την αναζητάς και να την πετυχαίνεις, χωρίς να καταφεύγεις σε οποιαδήποτε μορφή βίας. Τα πράγματα αλλάζουν και αυτό είναι καλό. Η αναγνώριση των δυσλειτουργιών είναι ήδη ένα πρώτο βήμα. Αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα.
Αφιερώνετε την ταινία σας στη Μαρία Σνάιντερ…
Η δημιουργία της ταινίας αυτής μού χάρισε την αίσθηση ότι συνδέθηκα βαθιά με τη Μαρία. Ελπίζω ότι ο κόσμος τώρα είναι έτοιμος να την ακούσει καλύτερα. Μόνο το συλλογικό μας βλέμμα μπορεί να αποκαταστήσει την αδικία. Είμαστε άραγε ικανοί, ακόμη και σήμερα, να δούμε αυτή την ιστορία μόνο μέσα από τα μάτια της; Έτσι ώστε το «Όχι» της να ακουστεί επιτέλους;
Director: Τζεσικά Παλίντ
Writers: Τζεσικά Παλίντ, Λορέτ Πολμάνς
Actors: Αναμαρία Βαρτολομέι, Ματ Ντίλον, Σελέστ Μπρινκέλ, Τζουζέπε Μάτζιο, Ιβάν Ατάλ, Μαρί Γκιλέν