Plot
Βραβείο Κριτικής Επιτροπής και Οικουμενικό Βραβείο
στο Φεστιβάλ Καννών
Υποψήφια για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Η ιστορία ενός ατίθασου, χαρισματικού αγοριού, το οποίο επαναστατεί ενάντια στη, γεμάτη κακουχίες ζωή του και παλεύει να βρει τρόπο να επιβιώσει στις παραγκουπόλεις του Λιβάνου, μετατρέπεται σε μια συγκλονιστική ταινία γι το ακατανίκητο ανθρώπινο πνεύμα.
Λίβανος, αίθουσα δικαστηρίου. Ο Ζάιν, ένας 12χρονος πρόσφυγας από τη Συρία, παρουσιάζεται ενώπιον του δικαστή, ο οποίος τον ρωτάει γιατί θέλει να μηνύσει τους ίδιους του τους γονείς. «Επειδή με έφεραν στον κόσμο!», απαντάει oμικρός, κάνοντας έτσι την δική του επανάσταση απέναντι στους γονείς του για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους, για την παντελή αδυναμία τους να του παρέχουν ελάχιστη φροντίδα, βοήθεια και προστασία. Αντιμέτωπος με αδιανόητες δυσκολίες και εμπόδια, ο μικρός Ζάιν θα ξεκινήσει ένα απίστευτο, γεμάτο δυσκολίες ταξίδι για να αναζητήσει την δική του ταυτότητα, μέσα στον αμείλικτο κόσμο που έχουν φτιάξει γι’ αυτόν οι μεγάλοι.
Με πρωταγωνιστές μη επαγγελματίες ηθοποιούς, οι ζωές των οποίων καθρεφτίζουν την ζοφερή πραγματικότητα της ταινίας, το τρίτο φιλμ της Ναντίν Λαμπακί, μετά τις βραβευμένες επιτυχίες «Caramel» και «WhereDoWeGoNow?», κοιτά στα μάτια έναν κόσμο αόρατο στους περισσότερους από εμάς αλλά οδυνηρά αληθινό σε όσους ζουν σε αυτόν - έναν κόσμο όπου δεν χωράει η αθωότητα.
Λίγα λόγια για την ταινία… και την πραγματική ζωή
Παράνομη μετανάστευση, παραμελημένα παιδιά, προσφυγική ζωή, ο παραλογισμός πίσω από την έννοια των συνόρων, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, η αδιαφορία μπροστά στον πόνο του άλλου: το «Καπερναούμ» δεν διστάζει να θίξει τα πλέον κρίσιμα και οδυνηρά προβλήματα της σημερινής κοινωνίας, μέσα από μια ιστορία που ξεπηδάει αυθεντικά μέσα από τον κόσμο για τον οποίο μιλάει. Με πολυετή έρευνα πεδίου, εκτενείς συνεντεύξεις με ανθρώπους που πράγματι ζουν (και επιζούν) με τον τρόπο που βλέπουμε στην ταινία και μία παρατεταμένη περίοδο γυρισμάτων, η ταινία της Ναντίν Λαμπακί καταγράφει με νατουραλισμό και απίστευτη ειλικρίνεια, για να γίνει κομμάτι του κόσμου αυτού.
Όπως όμως η τέχνη μιμήθηκε τη ζωή για να πει την ιστορία της, έτσι κατάφερε και να την επηρεάσει - προς το καλύτερο. Η ομάδα πίσω από την παραγωγή δημιούργησε το Ίδρυμα Capernaum, μία μη κυβερνητική οργάνωση που έχει στόχο να παρέχει μόνιμη οικονομική στήριξη στις οικογένειες όλων των ηθοποιών που έπαιξαν στην ταινία και το έχουν ανάγκη. Ο στόχος της οργάνωσης είναι να τους βοηθήσει να αποκτήσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία.
Και τα αποτελέσματα ήδη εμφανή: δύο μέρες μετά την ολοκλήρωση του Φεστιβάλ Καννών, η παραγωγή πληροφορήθηκε ότι ο Ζάιν και η οικογένειά του θα μετανάστευαν στη Νορβηγία. Πλέον, εκείνος και τα αδέρφια του πηγαίνουν σχολείο, ενώ ολόκληρη η οικογένεια πήρε νορβηγική υπηκοότητα. Ζουν σε ένα όμορφο διώροφο σπίτι με κήπο, που έχει θέα την θάλασσα, και συμμετέχουν σε ένα ειδικό πρόγραμμα ένταξης για να μάθουν νορβηγικά και να προσαρμοστούν στην κουλτούρα της χώρας.
Από την άλλη, η Σεντρά Ιζάμ (Σαχάρ στην ταινία) και η Φάρα Χάσνο (Μαϊσούν στην ταινία) δεν γυρνάνε πια στους δρόμους. Με τη βοήθεια της Unicefθα πάρουν μέρος σε ένα ειδικό ταχύρυθμο εκπαιδευτικό πρόγραμμα - είναι η πρώτη φορά που θα πάνε σχολείο. Η Τρέζουρ Μπανκόλε (Γιόνας στην ταινία) ζούσε παράνομα με την οικογένειά της στον Λίβανο, υπό την συνεχή απειλή της σύλληψης και της απέλασης από τις αρχές. Έχουν πλέον επιστρέψει στην Κένυα, όπου η Τρέζουρ πηγαίνει σχολείο.
Η σκηνοθέτης Ναντίν Λαμπακί μιλά για την ταινία
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την ταινία;
Από την υπερβολικά οικεία σε όλους μας εικόνα παιδιών που ζουν στο δρόμο. Στο Λίβανο έχουμε μία εν εξελίξει προσφυγική κρίση, πέρα από τα οικονομικά προβλήματα της χώρας, οπότε το να βλέπεις παιδιά στο δρόμο είναι ολοένα συχνότερο. Το καθημερινό αυτό θέαμα με ενοχλεί, με θυμώνει. Σκεφτόμουν: πώς φτάσαμε στο σημείο να επιτρέπουμε το έγκλημα αυτό; Γιατί είναι έγκλημα το γεγονός ότι τα παιδιά είναι σε διαρκή κίνδυνο. Έτσι ξεκίνησε η επιθυμία μου να καταλάβω τι συμβαίνει στο μυαλό των παιδιών που αγνοούμε σε καθημερινή βάση: δεν τα κοιτάμε καν, γιατί δεν θέλουμε να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα.
Πόσο πιστά αποτυπώνει η ταινία την καθημερινή πραγματικότητα στο Λίβανο;
Η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρότερη από αυτό που βλέπετε στην ταινία. Η ταινία βασίζεται σε όσα μάθαμε κατά τη διάρκεια της έρευνάς μας, που κράτησε τέσσερα χρόνια. Γιατί κανείς ηθοποιός μας δεν είναι επαγγελματίας - όλοι ζούσαν τέτοιες καταστάσεις στην πραγματικότητα. Στην ταινία λένε την ιστορία τους.
Η ιστορία της ταινίας περιστρέφεται γύρω από το αφηγηματικό εύρημα ενός παιδιού που μηνύει τους γονείς του - βασίζεται σε πραγματικό γεγονός;
Όχι. Αυτό είναι το μόνο κομμάτι μυθοπλασίας στην ταινία, προήλθε όμως από συζητήσεις μου με τα παιδιά αυτά. Δεν μιλάμε απλώς για δυστυχισμένα παιδιά. Μιλάμε για παιδιά πραγματικά στερημένα. Στο τέλος της κουβέντας μας, τα ρωτούσα αν είναι χαρούμενα που ζουν και τα περισσότερα μού απαντούσαν “Δεν χαίρομαι που είμαι εδώ… θα προτιμούσα να μην υπήρχα. Δεν ξέρω γιατί είμαι εδώ, αν δεν πρόκειται ποτέ να ακούσω μια καλή κουβέντα, να μην έχω κάτι να φάω όταν πεινάω”. Οπότε το κομμάτι αυτό της ιστορίας είναι η μετάφραση του θυμού τους.
Πώς βρήκατε το μικρό αγόρι στο κέντρο της ιστορίας;
Ο Ζάιν είναι πρόσφυγας από τη Συρία. Ζούσε στον Λίβανο οκτώ χρόνια, σε μία από τις γειτονιές που βλέπετε στην ταινία σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Δεν είχε πάει ποτέ σχολείο: όταν αρχίσαμε τα γυρίσματα, ήταν 12 χρονών και δεν μπορούσε να γράψει ούτε το όνομά του. Ήξερα ότι η επιλογή του ήταν ρίσκο αλλά μόλις τον είδα, απλώς ήξερα ότι ήταν αυτός που έψαχνα. Ήξερα φυσικά ότι θα ήταν μεγάλη η πρόκληση, αλλά κάτι στα μάτια του, στην όλη συμπεριφορά του μού έδωσε να καταλάβω ότι ήταν αυτός που έπρεπε να διαλέξω: ένα αγόρι που είναι άγριο και όμως σοφό για την ηλικία του. Επίσης, έχει ζήσει όλα αυτά που δείχνουμε στην ταινία, δεν προσποιείται κάτι που δεν είναι ή δεν έχει ζήσει. Βέβαια, επειδή ήξερα ότι δουλεύω με κάποιον που είναι άμαθος σε αυτά, επέλεξα να προσαρμοστούμε εμείς σε αυτόν. Γι’ αυτό κάναμε γυρίσματα για έξι μήνες, γι’ αυτό έχουμε πάνω από 500 ώρες υλικού. Ήξερα ότι θα καταφέρναμε, αλλά έπρεπε να κάνουμε υπομονή.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση όσο γυρίζατε την ταινία;
Τα πάντα. Το γεγονός ότι γυρίζαμε την ταινία σε αληθινές τοποθεσίες, αληθινές φυλακές με πραγματικούς κρατούμενους, το ότι βυθιστήκαμε σε αυτήν την πραγματικότητα. Κάθεσαι στον καναπέ τους, παρατηρείς την πραγματικότητά τους, ακούς το μωρό τους που κλαίει - και μετά επιστρέφεις στο σπίτι σου το βράδυ, κοιμάσαι στο ζεστό σου κρεβάτι, γνωρίζοντας ότι τους έχεις αφήσει εκεί. Είναι τρομερά δύσκολο να το χειριστείς αυτό.
Ποια η σημασία του τίτλου;
Αρχικά, Καπερναούμ είναι το όνομα ενός καταραμένου βιβλικού χωριού - έπειτα έγινε μια λέξη που χρησιμοποιείται στα γαλλικά ως κάτι που σημαίνει χάος και θαύματα. Και η όλη περιπέτεια ήταν ακριβώς έτσι. Μες στο χάος, συνέβαιναν μικρά θαύματα.
Πώς ήταν η εμπειρία του φεστιβάλ Καννών;
Ήταν μια μεγάλη νίκη. Μια απίστευτη νίκη για όλο το συνεργείο, που δούλεψε σκληρά για τέσσερα χρόνια… Αλλά κυρίως μια σπουδαία νίκη για τους ηθοποιούς. Μία εβδομάδα πριν πάμε στις Κάννες, νομικά δεν υπήρχαν, κανείς τους δεν είχε χαρτιά. Και ξαφνικά, επειδή ακριβώς η ταινία προσπαθεί να μιλήσει για την κατάσταση αυτή, ήταν ήρωες. Υπήρχαν. Και τους έβλεπαν ως ήρωες για τους ίδιους λόγους.
Τι είναι αυτό που σας μένει περισσότερο από την εμπειρία αυτή;
Η ταινία αυτή μου άλλαξε τη ζωή. Με άλλαξε ως άνθρωπο. Άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο βλέπω τα πάντα - αυτή η αίσθηση ενοχής που δεν σε αφήνει ποτέ. Δεν μπορείς να μείνεις ίδιος. Είναι σαν να μην έχεις δικαίωμα να είσαι ευτυχισμένος πια, σαν να μην έχεις δικαίωμα να έχεις μια φυσιολογική ζωή όταν έχεις βιώσει κάτι τέτοιο από τόσο κοντά. Σε αλλάζει για πάντα.
14 Φεβρουαρίου τους κινηματογράφους
από την Seven Films και την Rosebud.21
Director: Ναντίν Λαμπακί
Writers: Ναντίν Λαμπακί, Τζιχάντ Χοτζέιλι, Μισέλ Κεσεργουάνι
Actors: Ζάιν Αλ Ραφέα, Γιορντάνος Σιφερό, Καουσάρ Αλ Χαντάντ, Φαντί Γιουσέφ