Plot
Ποιος είπε ότι οι χωρισμένοι δε γιορτάζουν ποτέ; Ώρα να αναθεωρήσετε: το ξεκαρδιστικό, ξέφρενο «Κλαμπ των Χωρισμένων» σaς προσκαλεί να γίνετε μέλη του για να ζήσετε έναν χωρισμό που δεν μοιάζει με οποιονδήποτε άλλο - και που θα γράψει ιστορία!
Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Βραβείο Κριτικών στο Διεθνές Φεστιβάλ Κωμωδίας Alpesd’ Huez.
Μετά από πέντε χρόνια γάμου, ο Μπεν χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του όταν ανακαλύπτει οτι η πολυαγαπημένη σύζυγός του τον απατά και θέλει να πάρουν διαζύγιο. Ενώ όλοι οι φίλοι τους μοιάζουν να παίρνουν το μέρος της και να τον εγκαταλείπουν κι αυτοί, ο Μπεν συναντάει τον Πάτρικ, παλιό του φίλο από το πανεπιστήμιο που έχει επίσης χωρίσει πρόσφατα. Μαθαίνοντας την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Μπεν, ο Πάτρικ τον προσκαλεί να μετακομίσει στο σπίτι του, μια πολυτελή μονοκατοικία με όλες τις ανέσεις.
Αλλά οι δύο συγκάτοικοι σύντομα βρίσκουν κι άλλη παρέα: άλλους διαζευγμένους, χωρισμένους και εργένηδες που αναζητούν κι αυτοί καταφύγιο. Με το ένα πάρτι να διαδέχεται το άλλο, η βίλα μετατρέπεται σιγά-σιγά σε ένα VIPκλαμπ όπου όλοι μπορούν να ...βουτήξουν πίσω στην εργένικη ζωή: να αποδεχτούν το πώς έχουν τα πράγματα πια στη ζωή τους, να νιώσουν ελεύθεροι και να περάσουν καλά. Το κλαμπ έχει ένα ιερό μότο: όχι ζευγάρια, όχι μπελάδες. Εξάλλου, όπως λένε, «η κύρια αιτία για διαζύγιο είναι ο γάμος!». Όμως, όταν ο Μπεν συναντήσει την όμορφη Μαριόν, τα πράγματα αρχίζουν να περιπλέκονται…
Ο σκηνοθέτης Μικαέλ Γιουν μιλά για την ταινία
Το «Κλαμπ των Χωρισμένων»είναι η τρίτη σας σκηνοθετική απόπειρα, επτά χρόνια μετά την τελευταία σας ταινία, «VivelaFrance». Γιατί περιμένατε τόσο καιρό για να επιστρέψετε πίσω από την κάμερα;
Δεν ήταν ακριβώς επιλογή μου. Απλώς είχα πολλές ενδιαφέρουσες προτάσεις ως ηθοποιός τα τελευταία χρόνια και προτίμησα αυτήν την κατεύθυνση. Και γνωρίζετε βεβαίως ότι το να κάνεις μια ταινία θέλει πολλή δουλειά: πέρα από το να βρεις τη σωστή ιδέα, πρέπει να αγωνιστείς για να πείσεις τους χρηματοδότες, να ολοκληρώσεις το καλύτερο δυνατό σενάριο, να γυρίσεις την ταινία και να την ολοκληρώσεις στο μοντάζ, να δουλέψεις την προώθησή της όταν έρθει η ώρα της κυκλοφορίας… μόνο με αυτά περνούν δυο με τρία χρόνια. Και πριν καν ξεκινήσεις, πρέπει να βεβαιωθείς ότι το συγκεκριμένο πρότζεκτ αξίζει όλη αυτή τη δουλειά. Αυτή η διαδικασία μού πήρε επτά χρόνια - αν και, ομολογουμένως, δεν περίμενα ότι θα πάρει τόσο!
Και ποια ήταν η ιδέα που σας ώθησε να περάσετε τη διαδικασία αυτή;
Ήταν ένας συνδυασμός συνθηκών στην πραγματικότητα. Από τη μια, η πρόταση του διανομέα και του παραγωγού μου να κάνουμε μια ταινία σχετικά με το διαζύγιο και από την άλλη, στην προσωπική μου ζωή ένας χωρισμός που μου είχε δώσει άφθονες ιστορίες γύρω από το ζήτημα αυτό… Επικοινώνησα με τον Ματ Αλεξάντρ και γράψαμε το σενάριο με τη μία. Πιστεύω πραγματικά ότι ήθελα να γελάσω με τα προσωπικά μου, που ήταν κάπως αξιοθρήνητα εκείνη την περίοδο. Ήθελα να κλείσω με χιούμορ αυτό το κεφάλαιο στη ζωή μου.
Τότε είχατε την ιδέα για ένα μέρος, το οποίο -όπως στην ταινία- θα μπορούσε να φιλοξενήσει τους λαβωμένους από ζητήματα καρδιάς;
Όταν χωρίζεις, πάντα ένας φίλος θα βρεθεί να σου φωνάξει, «Μην ανησυχείς, αυτό το διαζύγιο είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να σου συμβεί!». Όλοι το έχουμε ακούσει αυτό. Δυστυχώς, εγώ δεν συνάντησα ένα τόσο κουλ μέρος όπως στην ταινία, όπου άνδρες και γυναίκες μπορούν να αλληλοπαρηγορηθούν, ξεδίνοντας σαν έφηβοι. Από την άλλη, έχοντας ζήσει με φίλους για δεκαπέντε σχεδόν χρόνια, μέχρι να γεννηθεί η κόρη μου, νομίζω είμαι σε θέση να μιλήσω για το θέμα. Σήμερα δεν θα μπορούσα να ζω σε ένα τέτοιο χάος, αλλά για να είμαι ειλικρινής, αν δεν έχεις παιδιά, είναι καταπληκτικό αν θες να ξεφύγεις από τη μοναξιά.
Το οποίο σας επιτρέπει να μιλήσετε, μέσω της κωμωδίας, για την ιδέα της συγχώρεσης, της φιλίας…
Ήθελα να κάνω μια κωμωδία με ερωτικές πινελιές. Αλλά οι θεματικές όπως η μοναξιά, η αφοσίωση, η φιλία… αυτά μιλούν στην καρδιά όλων. Όμως, πάνω από όλα, ήθελα να κάνω μια αστεία κωμωδία - και είναι κάτι το σπάνιο αυτό. Το είδα και στις προβολές που κάναμε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κωμωδίας Alpesd’Huez, όπου η υποδοχή ήταν πραγματικά σπουδαία. Το να κάνεις το κοινό να γελάει καθ’ όλη τη διάρκεια μιας ταινίας είναι πάντα μια περίπλοκη, επικίνδυνη πρόκληση. Πρέπει το χιούμορ να ισορροπεί στην εντέλεια: να μην υποκύπτει σε προφανή ή φτηνιάρικα κόλπα, να μην πέφτει σε παγίδες κακίας ή μικροψυχίας, να φέρνει φρεσκάδα - και όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα να μην προδίδεις και την προσωπική σου αισθητική και τα πιστεύω σου. Καλή τύχη, δηλαδή!
Μιλήστε μας για τους δύο πρωταγωνιστές σας, Αρνό Ντικρέ στον ρόλο του Μπεν και Φρανσουά-Ξαβιέ στον ρόλο του Πάτρικ.
Αρχικά ήθελα τον Αρνό για τον ρόλο του Πάτρικ γιατί θεωρούσα ότι ταίριαζε περισσότερο στην ενέργεια του χαρακτήρα. Τον γνώρισα όταν έπαιζε το θεατρικό μιούζικαλ «Spamalot»και αμέσως γοητεύτηκα από την ικανότητά του να κάνει τα πάντα. Αγαπώ τους ηθοποιούς που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα κορμιά τους, τις φωνές τους, που μπορούν να τραγουδήσουν, να κινηθούν, να πέσουν και, φυσικά, να σε κάνουν να γελάσεις. Ο Αρνό είναι ένας ολοκληρωμένος ηθοποιός με αυτή την έννοια. Μπορεί να κάνει τα πάντα και να τα κάνει καλά. Όμως, γρήγορα κατάλαβα ότι θα ήταν πιο ενδιαφέρον να ερμηνεύσει τον Μπεν, ότι θα είχε την υπομονή να ξετυλίξει τον χαρακτήρα και να περιμένει υπομονετικά τη στιγμή όταν η ταινία ξεφεύγει πραγματικά!
Όσο για τον Φρανσουά-Ξαβιέ, είναι φίλος εδώ και καιρό. Είχαμε πει εδώ και πολύ καιρό ότι θέλαμε να κάνουμε μια ταινία μαζί. Και αυτός έπρεπε να αναπτύξει προσεκτικά τον χαρακτήρα του, αφού στην πορεία αντιλαμβανόμαστε μια άλλη, σκοτεινότερη και βαθύτερη πτυχή του. Ήμουν φοβερά τυχερός που είχα δύο ηθοποιούς που διασκέδασαν με το να χτίσουν χαρακτήρες που δεν έχουν καμία σχέση με τις πραγματικές τους προσωπικότητες. Ήταν ένα ρίσκο, αλλά ήταν ένα ρίσκο που τελικά μας βγήκε.
Αναφέρατε το φεστιβάλ Alpesd’ Huezόπου λάβατε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και το Βραβείο Κριτικών, αλλά όπου επίσης είχατε μια απίστευτη ανταπόκριση από το κοινό… Είναι σπάνιο για εσάς να έχετε τέτοια αποδοχή από παντού;
Δεν μου έχει συμβεί ποτέ! Πραγματικά με άγγιξε. Σε κάνει να νιώθεις ότι τα κατάφερες. Ότι δούλεψες σωστά. Η ταινία δεν προσποιείται ότι λέει κάτι βαρύγδουπο για την κοινωνία μας - αποδέχομαι πλήρως τον χαρακτηρισμό της ως μιας ατόφιας «ποπ κορν»κωμωδίας που σε ψυχαγωγεί. Και δεν είναι εύκολο να κερδίσεις διακρίσεις με τέτοιου είδους πρότζεκτ. Αυτή η τριπλέτα που αναφέρατε -το κοινό, η κριτική επιτροπή και οι κριτικοί- είναι καταπληκτική, αν και, για να είμαι ειλικρινής, δεν είναι αρκετό για μένα: τώρα θέλω να κόψουμε εισιτήρια, ειδικά σε μια τόσο περίπλοκη εποχή όπως αυτή που ζούμε. Τα τρόπαια φαίνονται όμορφα, αλλά έχουν νόημα μόνο αν συνοδεύονται και από την έγκριση του κοινού. Κι εμείς θέλω να πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε - έχουν, άλλωστε, τόσα να ανακαλύψουν οι θεατές της ταινίας. Υπάρχουν τόσες ταινίες εκεί έξω τις οποίες αισθάνεσαι ότι έχεις δει πριν μπεις καν στην αίθουσα… Όμως εμείς έχουμε επιμελώς αποκαλύψει μόλις ένας μέρος της ταινίας - κι ελπίζω το κοινό να έχει τη λαχτάρα να ανακαλύψει το υπόλοιπο του παγόβουνου!
23Ιουλίου στους κινηματογράφους
από τη Rosebud.21
Director: ΜΙΚΑΕΛ ΓΙΟΥΝ
Writers: Νταβίντ Ζιλκρεάστ, Μικαέλ Γιουν, Ματ Αλεξάντρ, Κλοντ Ζιντί, Σιρίλ Ντρου
Actors: Αρνό Ντικρέ, Φρανσουά-Ξαβιέ Ντεμεζόν, Οντρέι Φλερό, Καρολίν Ανγκλάντ, Μικαέλ Γιουν